βαλαντώνω


βαλαντώνω
Προφορά

Ετυμολογία
βαλαντώνω ίσως αρχαία ελληνική βαλάντιον

Ερμηνεία
ρήμα βαλαντώνω

✦ εξαντλούμαι, αποκάνω: που μ’ άγριαν άφρη η όχεντρα θεριακωμένη βαλαντώνει (Ι. Γρυπάρης)
✦ στενοχωριέμαι
✦ (κ. μτβ.) καταπονώ, στενοχωρώ
✦ τρελαίνω κάποιον από έρωτα, ζαλίζω: απ’ την πολλή γλύκα αναστέναξε βαλαντωμένος (Ν. Καζαντζάκης)

Συνώνυμα
παιδεύομαι, καταπονούμαι, σακατεύομαι
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.