αφερματίζω


αφερματίζω
Προφορά

Ετυμολογία
αφερματίζω από + αρχαία ελληνική ἑρματίζω (= τοποθετώ έρμα)

Ερμηνεία
ρήμα αφερματίζω

✦ αφαιρώ το έρμα από σκάφος, ξεσαβουρώνω

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.