αφίλιωτος


αφίλιωτος
Προφορά

Ετυμολογία
αφίλιωτος ἀ στερητικό + φιλιώνω

Ερμηνεία
επίθετο┘ αφίλιωτος -η, -ο

✦ που δε συμφιλιώθηκε: αφίλιωτα απομείνανε τ’ αδέρφια

Συνώνυμα

Αντίθετα
φιλιωμένος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.