αυτολοίμωξη
Προφορά
Ετυμολογία
αυτολοίμωξη αυτός + λοίμωξη
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η αυτολοίμωξη
✦ λοίμωξη που προέρχεται από μικρόβια που υπάρχουν φυσιολογικά στον οργανισμό και γίνονται παθογόνα εξαιτίας μεταβολής της ανοσολογικής του κατάστασης
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–