αρχηγιλίκι


αρχηγιλίκι
Προφορά

Ετυμολογία
αρχηγιλίκι αρχηγός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το αρχηγιλίκι

✦ το να είναι κάποιος αρχηγός, το αξίωμα του αρχηγού: δεν τόλμησε να του αμφισβητήσει το αρχηγιλίκι (Κ. Βάρναλης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.