απόστιχο
Προφορά
Ετυμολογία
απόστιχο μεταγενέστερη ελληνική ἀπόστιχον
Ερμηνεία
απόστιχο
✦ εύχρ. ιδ. στον πληθ. απόστιχα, τροπάρια που ψάλλονται κατά το τέλος του εσπερινού και του όρθρου, πριν από τα οποία ψάλλονται γρήγορα στίχοι ψαλμών
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–