απροσδόκητος


απροσδόκητος
Προφορά

Ετυμολογία
απροσδόκητος αρχαία ελληνική ἀπροσδόκητος

Ερμηνεία
επίθετο┘ απροσδόκητος -η, -ο

✦ ανέλπιστος, αναπάντεχος

Συνώνυμα
απρόβλεπτος, αιφνίδιος, απρόοπτος
Αντίθετα
προσδοκώμενος, αναμενόμενος
Επιρρήματα
απροσδόκητα (Κ απροσδοκήτως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.