αποκρίνομαι
Προφορά
Ετυμολογία
αποκρίνομαι αρχαία ελληνική ἀποκρίνομαι
Ερμηνεία
└ρήμα┘ αποκρίνομαι
✦ απαντώ σε ερώτηση: αποκρίσου μου, γιατί το έκανες; – του αποκρίθηκε πως δεν έφταιγε για ό,τι έγινε – αυτά έχω ν’ αποκριθώ στο ερώτημά σου (Γ. Σεφέρης)
✦ δίνω λόγο, είμαι υπόλογος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–