απλοχερίζω


απλοχερίζω
Προφορά

Ετυμολογία
απλοχερίζω απλοχέρης

Ερμηνεία
ρήμα απλοχερίζω

✦ απλώνω το χέρι και πιάνω κάτι
✦ απλώνω το χέρι για να προσφέρω κάτι: οι τρυγητάδες τη χαιρετούν από τ’ αμπέλια και της απλοχερίζουν τα σταφύλια (Π. Πρεβελάκης)
✦ απλώνω το χέρι για να χτυπήσω κάποιον

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.