αναμετάδοση
Προφορά
Ετυμολογία
αναμετάδοση αναμεταδίδω
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η αναμετάδοση
✦ η εκ νέου μετάδοση
✦ (ειδ.) επανεκπομπή σήματος, μηνύματος ραδιοφωνικού ή τηλεοπτικού προγράμματος, που χρησιμοποιείται από έναν ή περισσότερους τηλεπικοινωνιακούς σταθμούς
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–