ανήξερος
Προφορά
Ετυμολογία
ανήξερος ἀ στερητικό + ξέρω
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ανήξερος -η, -ο
✦ άμαθος, άπειρος, ανίδεος
✦ αθώος, αγνός
✦ απληροφόρητος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
πολύξερος, έμπειρος, πεπειραμένος ,πονηρός, πονηρεμένος ,ενήμερος, ενημερωμένος
Επιρρήματα
–