ανέφελος


ανέφελος
Προφορά

Ετυμολογία
ανέφελος αρχαία ελληνική ἀνέφελος

Ερμηνεία
επίθετο┘ ανέφελος -η, -ο

✦ ασυννέφιαστος, ξάστερος
(μτφ. ) ο χωρίς θλίψεις και στενοχώριες, ευτυχισμένος

Συνώνυμα

Αντίθετα
νεφελώδης
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.