αλλόκοτος


αλλόκοτος
Προφορά

Ετυμολογία
αλλόκοτος αρχαία ελληνική ἀλλόκοτος

Ερμηνεία
επίθετο┘ αλλόκοτος -η, -ο

✦ ο ασυνήθιστος στη φύση ή τη μορφή, παράδοξος

Συνώνυμα
περίεργος, ιδιόρρυθμος, ιδιότροπος
Αντίθετα

Επιρρήματα
αλλόκοτα (Κ αλλοκότως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.