ακριβοδίκαιος


ακριβοδίκαιος
Προφορά

Ετυμολογία
ακριβοδίκαιος αρχαία ελληνική ἀκριβοδίκαιος

Ερμηνεία
ακριβοδίκαιος

✦ -αιη, -αιο επίθ. (Κ -αία, -αιον) ο ακριβής στην απόδοση του δικαίου, που κρίνει δίκαια ή που προκύπτει από δίκαιη κρίση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
ακριβοδίκαια (Κ ακριβοδικαίως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.