αγριάδα
Προφορά
Ετυμολογία
αγριάδα άγριος
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η αγριάδα
✦ 1. άγρια όψη
✦ αγριότητα
✦ εκδήλωση αγριότητας, σκληρότητας
✦ άγριος τόπος
✦ το αγριοβότανο άγρωστις η έρπουσα, απ’ όπου παράγεται φαρμακευτικό αφέψημα
Συνώνυμα
κακοτοπιά.
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–