αγάντα


αγάντα
Προφορά

Ετυμολογία
αγάντα αγαντάρω

Ερμηνεία
αγάντα

✦ ως ναυτικό πρόσταγμα, κρατήσου ή σπρώξε
✦ η αγάντα ως ουσ., δύναμη, αντίσταση, πιάσιμο απ’ όπου μπορεί κανείς να κρατηθεί
✦ πάσσαλος ή κρίκος για πρόσδεση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.