αβέρτος


αβέρτος
Προφορά

Ετυμολογία
αβέρτος └βενετ┘ averto

Ερμηνεία
επίθετο┘ αβέρτος -η, -ο
✦ ανοιχτός: τέσσερα καράβια με αβέρτα τα πανιά αρμενίζουνε (Πετσάλης – Διομήδης)
✦ ανοιχτός, διάπλατος
✦ ευρύχωρος: αβέρτο σπίτι
(μτφ. ) φιλόξενος
✦ (μτφ. για πρόσ.) ειλικρινής, ανυπόκριτος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
αβέρτα, απεριόριστα, ελεύθερα:ξοδεύει αβέρτα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.