χρειαζούμενος


χρειαζούμενος
Προφορά

Ετυμολογία
χρειαζούμενος μτχ. ενεστ. του χρειάζομαι

Ερμηνεία
χρειαζούμενος

✦ -η, -ο μτχ. ως επίθ. χρειώδης (βλ. λ.)
✦ πληθ. ουδ. τα χρειαζούμενα ως ουσ., τα αναγκαία, τα απαραίτητα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.