υλοτομώ


υλοτομώ
Προφορά

Ετυμολογία
υλοτομώ αρχαία ελληνική ὑλοτομέω-ῶ

Ερμηνεία
ρήμα υλοτομώ -είς, -εί

✦ κόβω δέντρα στο δάσος για τη μετατροπή τους σε οικοδομήσιμη ή καύσιμη ξυλεία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.