σύναξη


σύναξη
Προφορά

Ετυμολογία
σύναξη μεσαιωνική ελληνική σύναξις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η σύναξη

✦ συναγωγή, συγκέντρωση
✦ είσπραξη χρημάτων από πολλά πρόσωπα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.