σαλατοποιώ


σαλατοποιώ
Προφορά

Ετυμολογία
σαλατοποιώ σαλάτα + ποιώ

Ερμηνεία
ρήμα σαλατοποιώ -είς, -εί

✦ προκαλώ σύγχυση, μπερδεύω μιαν υπόθεση, «τα κάνω σαλάτα»

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.