ολολύζω


ολολύζω
Προφορά

Ετυμολογία
ολολύζω αρχαία ελληνική ὀλολύζω

Ερμηνεία
ρήμα ολολύζω

✦ βγάζω θρηνητικές κραυγές, θρηνώ μεγαλόφωνα: μονάχα οι μητέρες του πένθους ολόλυζαν (Ηλ. Βενέζης)

Συνώνυμα
οδύρομαι, θρηνολογώ, ολοφύρομαι
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.