καπέλωμα


καπέλωμα
Προφορά

Ετυμολογία
καπέλωμα καπελώνω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το καπέλωμα

✦ η κάλυψη της κεφαλής με καπέλο
✦ χτύπημα στο καπέλο
✦ αθέμιτη αύξηση της τιμής εμπορεύματος (βλ. λ. καπέλο)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.