ζεύξη


ζεύξη
Προφορά

Ετυμολογία
ζεύξη αρχαία ελληνική ζεῦξις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ζεύξη

✦ ζέψιμο
✦ σύνδεση με γέφυρα: η ζεύξη του Ελλησπόντου

Συνώνυμα

Αντίθετα
ξέζεμα, ξεζέψιμο
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.