αρχιτρίκλινος


αρχιτρίκλινος
Προφορά

Ετυμολογία
αρχιτρίκλινος αρχαία ελληνική ἀρχι-τρίκλινος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο αρχιτρίκλινος

✦ ο επικεφαλής αυτών που έχουν αναλάβει την προετοιμασία συμποσίου, συμποσίαρχος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.