έκπτυξη


έκπτυξη
Προφορά

Ετυμολογία
έκπτυξη μεταγενέστερη ελληνική ἔκπτυξις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η έκπτυξη

✦ άνοιγμα, ξεδίπλωμα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.