ψευτοπαλικαράς


ψευτοπαλικαράς
Προφορά

Ετυμολογία
ψευτοπαλικαράς ψευτο- + παλικαράς

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο ψευτοπαλικαράς

✦ αυτός που παρουσιάζεται σαν παλικαράς ενώ δεν είναι

Συνώνυμα
θρασύδειλος
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.