χόχλος


χόχλος
Προφορά

Ετυμολογία
χόχλος χοχλάζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο χόχλος

✦ η βράση: σαν… λεβέτι που πετάει με το χόχλο το καπάκι του (Π. Πρεβελάκης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.