χτύπημα


χτύπημα
Προφορά

Ετυμολογία
χτύπημα αρχαία ελληνική κτύπημα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το χτύπημα

✦ η πράξη και το αποτέλεσμα του χτυπώ, πλήγμα
✦ το χτυπημένο μέρος και το σημάδι της πληγής
✦ το κάθε πάτημα πλήκτρου κατά τη δακτυλογράφηση ενός κειμένου: είναι ικανή δακτυλογράφος· γράφει 200 χτυπήματα στο λεπτό
✦ χτύπος, κρότος
✦ (συνεκδ.) σφοδρή επίθεση, προσβολή
(μτφ. ) ηθικό πλήγμα, συμφορά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.