χρηματοοικονομικός


χρηματοοικονομικός
Προφορά

Ετυμολογία
χρηματοοικονομικός χρήμα + οικονομικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ χρηματοοικονομικός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος στην ευρύτερη οικονομική διαχείριση: χρηματοοικονομική λειτουργία της επιχείρησης – χρηματοοικονομικός έλεγχος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.