χουγιαχτό
Προφορά
Ετυμολογία
χουγιαχτό χουγιάζω
Ερμηνεία
χουγιαχτό
✦ δυνατές φωνές από απόσταση: ανακατεύονται τα πέταλα των αβασταγών με τα χουγιαχτά των αγωγιατών (Κ. Βάρναλης)
✦ (μτφ. ) μεγαλόφωνη επίπληξη
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–