χεροδύναμος


χεροδύναμος
Προφορά

Ετυμολογία
χεροδύναμος χέρι + δύναμις

Ερμηνεία
χεροδύναμος

✦ κ. χειροδύναμος, -η, -ο επίθ. ο πολύ δυνατός στα χέρια: και όλοι γενναίοι και χεροδύναμοι (Κ. Παλαμάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.