χερικό


χερικό
Προφορά

Ετυμολογία
χερικό └ουδ┘ του επιθέτου χερικός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το χερικό

✦ εύχρ. στις φρ. κάνω χερικό, αρχίζω εργασία, συναλλαγή

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.