χειρονομία
Προφορά
Ετυμολογία
χειρονομία αρχαία ελληνική χειρονομία
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η χειρονομία
✦ κίνηση των χεριών που συνοδεύει αυτόματα την ομιλία
✦ συνθηματική κίνηση των χεριών
✦ πείραγμα με το χέρι, ιδ. σε γυναίκα
✦ (μτφ. ) ενέργεια που δηλώνει φιλική συν. πρόθεση ή διάθεση: ευγενική χειρονομία – χειρονομία καλής θελήσεως
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–