φόρμουλα
Προφορά
Ετυμολογία
φόρμουλα └ιταλ┘formula
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η φόρμουλα
✦ πρότυπο βάσει του οποίου διατυπώνεται κάτι: υπάρχει μια φόρμουλα βάσει της οποίας οι υποψήφιοι συμπληρώνουν την αίτηση
✦ τρόπος για τη διατύπωση άποψης, ιδέας ή την αντιμετώπιση ζητήματος
✦ καλούπι, τύπος
✦ είδος αυτοκινήτου για αγώνες ταχύτητας
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–