φωτοπεριοδισμός
Προφορά
Ετυμολογία
φωτοπεριοδισμός φως + περίοδος• απόδοση του └αγγλ┘όρου photoperiodism
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο φωτοπεριοδισμός
✦ η αντίδραση των ζωντανών οργανισμών σε καθορισμένη διαδοχή φωτός και σκότους
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–