φλογέρα


φλογέρα
Προφορά

Ετυμολογία
φλογέρα αλβ. flojere

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η φλογέρα

✦ πνευστό μουσικό όργανο, ποιμενικός αυλός: να βγουν και τα κλεφτόπουλα λαλώντας τη φλογέρα (δημ. τραγ.)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.