φλιπεράκι
Προφορά
Ετυμολογία
φλιπεράκι └αγγλ┘flipper
Ερμηνεία
φλιπεράκι
✦ μηχανισμός τοποθετημένος σε ηλεκτρικό μπιλιάρδο που χρησιμεύει για να ξαναρίχνει την μπάλα προς τα πάνω
✦ (συνεκδ.) το μπιλιάρδο που έχει αυτόν τον ηλεκτρικό μηχανισμό
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–