φιλότιμος
Προφορά
Ετυμολογία
φιλότιμος αρχαία ελληνική φιλότιμος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ φιλότιμος -η, -ο
✦ που έχει έντονο το συναίσθημα της τιμής και της προσωπικής αξιοπρέπειας
✦ που καταβάλλει ευσυνείδητες προσπάθειες να ανταποκριθεί στα καθήκοντά του ή να διακριθεί σε κάτι
✦ γενναιόδωρος, μεγαλόδωρος
✦ (για αισθήματα ή εκδηλώσεις) που εκφράζει, που δείχνει φιλοτιμία: φιλότιμες προσπάθειες
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
αφιλότιμος
Επιρρήματα
φιλότιμα (Κ φιλοτίμως)