φιλοτομαρίστρια
Προφορά
Ετυμολογία
φιλοτομαρίστρια φιλοτομαρισμός
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο φιλοτομαρίστρια
✦ θηλ. φιλοτομαρίστρια ο ενδιαφερόμενος μόνο για τον εαυτό του, που νοιάζεται μόνο για το «τομάρι» του
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–