φενακίζω


φενακίζω
Προφορά

Ετυμολογία
φενακίζω αρχαία ελληνική φενακίζω

Ερμηνεία
ρήμα φενακίζω

✦ εξαπατώ με κολακείες ή υποσχέσεις, παραπλανώ: Πώς την εγέλασαν! Πώς την φενάκισαν! (Κ. Καβάφης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.