φίμωτρο


φίμωτρο
Προφορά

Ετυμολογία
φίμωτρο μεταγενέστερη ελληνική φίμωτρον

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το φίμωτρο

✦ πλέγμα γύρω από το ρύγχος των ζώων που τα εμποδίζει να τρώνε ή να δαγκώνουν
✦ (κ. μτφ.) μέσο στερήσεως της ελευθερίας του λόγου

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.