φίλυδρος


φίλυδρος
Προφορά

Ετυμολογία
φίλυδρος αρχαία ελληνική φίλυδρος

Ερμηνεία
επίθετο┘ φίλυδρος -η, -ο

✦ που αγαπά το νερό, που ευδοκιμεί σ’ αυτό
✦ που απορροφά το νερό ή άλλα υγρά, υδρόφιλος

Συνώνυμα
υδροχαρής
Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.