υποσέλιδος


υποσέλιδος
Προφορά

Ετυμολογία
υποσέλιδος υπό + σελίς, -ίδος

Ερμηνεία
υποσέλιδος

✦ -η, -ο κ. υποσελίδιος, -α, -ο επίθ. (Κ -ος, -ον) ο ευρισκόμενος στο κατώτατο μέρος της σελίδας: υποσέλιδες σημειώσεις – υποσελίδια σχόλια
✦ ουδ. υποσέλιδο ως ουσ., αγγελία ή άλλη άσχετη προς το κείμενο δημοσίευση στο κάτω μέρος σελίδας βιβλίου, περιοδικού κτλ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.