υπερβατικότητα


υπερβατικότητα
Προφορά

Ετυμολογία
υπερβατικότητα υπερβατικός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η υπερβατικότητα

✦ η ιδιότητα του υπερβατικού
✦ (θεολ.) θεωρία κατά την οποία ο Θεός υπάρχει πέρα και πάνω από τα δημιουργήματά του
✦ (φιλοσ.) θεωρία κατά την οποία υπάρχουν υπερβατικές πραγματικότητες (ο Θεός – ουσίες αναλλοίωτες και πράγματα καθ’ εαυτά, που αναφέρονται σε αλήθειες αμετάβλητες που δεν επηρεάζονται από τα γεγονότα)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.