τυχερό


τυχερό
Προφορά

Ετυμολογία
τυχερό └ουδ┘ του επιθέτου τυχερός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το τυχερό

✦ η τύχη, το γραφτό
✦ πληθ. τα τυχερά, απρόβλεπτα κέρδη

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.