τσόντα
Προφορά
Ετυμολογία
τσόντα └βενετ┘ zonta
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η τσόντα
✦ πρόσθετο κομμάτι υφάσματος σε φόρεμα για μάκρεμα ή φάρδεμα
✦ προσθήκη σε οποιοδήποτε κατασκεύασμα
✦ εμβόλιμες σκηνές πορνό κατά την προβολή ταινίας με άλλο θέμα
✦ (γεν.) πορνό ταινία
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–