τσίπουρο


τσίπουρο
Προφορά

Ετυμολογία
τσίπουρο μεσαιωνική ελληνική τσίπουρον, ίσως τουρκοταταρ. sepre

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το τσίπουρο

✦ το στερεό υπόλειμμα από το πάτημα των σταφυλιών, στέμφυλο
✦ οινοπνευματώδες απόσταγμα από τα στέμφυλα, τσικουδιά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.