τριανδρία
Προφορά
Ετυμολογία
τριανδρία μετά└φρ┘του └λατιν┘ triumviratus
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η τριανδρία
✦ εξουσία τριών συναρχόντων
✦ οι τρείς συνάρχοντες που την ασκούν
✦ ομάδα τριών ανδρών με κοινή ιδεολογία και κοινές επιδιώξεις
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–