τζιτζιφιά


τζιτζιφιά
Προφορά

Ετυμολογία
τζιτζιφιά μεσαιωνική ελληνική ζιζυφέα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η τζιτζιφιά

✦ δέντρο που παράγει εδώδιμους καρπούς

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.